Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2024

Μελέτη: Βιώσιμος τουρισμός στις περιοχές Natura 2000

Επτά χρόνια πριν, το 2017, η διαΝΕΟσις δημοσίευσε μια εκτενή μελέτη για τις ενταγμένες στο δίκτυο Natura 2000 προστατευόμενες περιοχές στην ελληνική επικράτεια.

Η παλαιότερη αυτή μελέτη διαπίστωνε σημαντικά κενά στην προστασία τους, αλλά και μια σημαντική ευκαιρία για την αξιοποίησή τους στο πλαίσιο που προβλέπει ο χαρακτηρισμός μιας περιοχής ως προστατευόμενης.

Καθώς περισσότερο από το ένα τέταρτο της χερσαίας επικράτειας της χώρας αποτελεί περιοχή Natura 2000, η μελέτη είχε υπολογίσει σε αδρές γραμμές τα οικονομικά οφέλη από την αξιοποίηση του 40% αυτών των περιοχών σε 2 δισ. ευρώ έσοδα για το κράτος ετησίως.

 

 

Περιοχές Νatura 2000: Προστασία και Βιώσιμη Ανάπτυξη

Αρκετά πράγματα έχουν αλλάξει στα χρόνια που μεσολάβησαν από τη δημοσίευση εκείνης της έρευνας.

Πιθανόν η πιο σημαντική θεσμική αλλαγή είναι η ίδρυση του Οργανισμού Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ) το 2020.

Ωστόσο, πολλές ευκαιρίες, αλλά και προβλήματα παραμένουν. Στα θετικά, οι περιοχές Natura 2000 υπάρχουν σε όλη την επικράτεια της χώρας και προσφέρονται για τουρισμό πολλών τύπων σε διάφορες εποχές, ενώ και οι επισκέπτες παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα ικανοποίησης.

Ωστόσο, πολλές από αυτές τις περιοχές προσελκύουν μέχρι στιγμής περιορισμένο αριθμό επισκεπτών με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (π.χ. πεζοπόρους, φοιτητές ή επιστήμονες), ενώ ακόμη παρατηρούνται αδυναμίες στο θεσμικό πλαίσιο, στη στρατηγική της ανάπτυξής τους και, ασφαλώς, στην καταγραφή δεδομένων.

Ταυτόχρονα, παράγοντες όπως η κλιματική αλλαγή, οι φυσικές καταστροφές, οι αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία αλλά και το κυρίαρχο, μοντέλο μαζικού τουρισμού στη χώρα αποτελούν σημαντικές απειλές.

Υπάρχουν, όμως, και μεγάλες ευκαιρίες. Η πανδημία ανέδειξε πρόσφατα με καθοριστικό τρόπο τα πιο ήπια είδη τουρισμού, ενώ ταυτόχρονα διατίθενται πολλά είδη, κυρίως ευρωπαϊκών, χρηματοδοτικών εργαλείων.

Η νέα μελέτη που δημοσιεύει η διαΝΕΟσις σε συνεργασία με τον ΟΦΥΠΕΚΑ υπογράφεται από καθηγητές και ερευνητές από το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, με επιστημονικό υπεύθυνο τον ομότιμο καθηγητή Τουριστικής Ανάπτυξης, Πάρι Τσάρτα, ενώ συμμετέχουν και καθηγητές από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου και το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής.

Η μελέτη αυτή προσεγγίζει το ζήτημα συνολικά και φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο, όπως σημειώνει και ο τίτλος της, για την οργάνωση και ανάπτυξη του τουρισμού στις περιοχές Natura 2000 στην Ελλάδα.

Λαμβάνει υπόψη τις σημαντικές ιδιαιτερότητες των προστατευόμενων αυτών περιοχών και το θεσμικό πλαίσιο που τις διέπει σε περιβαλλοντικό, χωρικό και τουριστικό επίπεδο.

Aναλύει τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου τουρισμού, παραθέτει δέκα παραδείγματα ανάπτυξης σε αντίστοιχες περιοχές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και καταλήγει σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις πολιτικής.

 

Προστατευόμενες περιοχές και δίκτυο Natura 2000

Ο όρος «προστατευόμενες περιοχές» αναφέρεται σε συγκεκριμένες γεωγραφικές ζώνες ανά τον κόσμο, οι οποίες έχουν καθοριστεί ως κρίσιμες για την προστασία της βιοποικιλότητας και των φυσικών πόρων.

Ο στόχος της χάραξης τέτοιων ζωνών είναι η διατήρηση των οικοτόπων και των ειδών που κινδυνεύουν, καθώς και η διασφάλιση της περιβαλλοντικής ισορροπίας.

Αυτές οι περιοχές περιλαμβάνουν εθνικά πάρκα, καταφύγια άγριας ζωής, προστατευόμενα τοπία και φυσικούς σχηματισμούς, καθώς και θαλάσσιες προστατευόμενες ζώνες.

Τι διαφορετικό όμως συμβαίνει εκεί; Σε αυτές τις προστατευόμενες γεωγραφικές ζώνες εφαρμόζονται ειδικά νομικά και διοικητικά μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος, ενώ ισχύουν επίσης περιορισμοί για τις ανθρώπινες δραστηριότητες που μπορεί να βλάψουν τα οικοσυστήματα.

Όπως είναι αναμενόμενο, εθνικές και διεθνείς νομοθεσίες θέτουν τα κριτήρια για το χαρακτηρισμό μιας περιοχής ως προστατευόμενης και καθορίζουν τα μέτρα προστασίας και διατήρησης.

Σκοπός της ύπαρξης τέτοιων περιοχών είναι ασφαλώς η διατήρηση της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά και η προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης.

Οι προστατευόμενες περιοχές Natura 2000 της Ευρωπαϊκής Ένωσης καλύπτουν σχεδόν το ένα πέμπτο της χερσαίας επιφάνειάς της καθώς αποτελούν το μεγαλύτερο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών στον κόσμο.

Στην Ελλάδα, το δίκτυο Natura 2000 αφορά ακόμα μεγαλύτερο μέρος της επικράτειας της χώρας: Καλύπτει περίπου το 27% της χερσαίας έκτασης και επομένως αποτελεί ένα ιδιαίτερα κρίσιμο στοιχείο για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος στη χώρα.

Στις περιοχές Natura 2000 φιλοξενούνται χιλιάδες είδη φυτών και ζώων, πολλά από τα οποία είναι σπάνια ή απειλούμενα.

Ειδικότερα στην Ελλάδα, οι περιοχές αυτές περιλαμβάνουν μοναδικά οικοσυστήματα όπως οι υγρότοποι της Πρέσπας, τα δάση της Ροδόπης και τα θαλάσσια οικοσυστήματα των Σποράδων.

Ωστόσο, οι προστατευόμενες περιοχές Natura 2000 δεν είναι μόνο σημαντικές για τα οικοσυστήματα της κάθε γεωγραφικής περιοχής.

Είναι επιπλέον πολύ σημαντικές για την τοπική κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη.

Προσφέρονται για την ανάπτυξη ήπιων μορφών τουρισμού, όπως είναι ο οικοτουρισμός, και επομένως μπορούν να συμβάλλουν με τη δημιουργία θέσεων εργασίας.

Η ήπια οικονομική δραστηριότητα στην επικράτειά τους πιθανόν δίνει επιπλέον κίνητρα για τη διασφάλιση της προστασίας τους.

Παράλληλα, ο βιώσιμος τουρισμός σε τέτοιες περιοχές προσφέρει συχνά μοναδικές εμπειρίες στους επισκέπτες και επομένως τους ευαισθητοποιεί σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος.

Συνήθως, ταυτόχρονα με την περιβαλλοντική αξία τους, οι περιοχές αυτές είναι συνδεδεμένες με την τοπική ιστορία και τον πολιτισμό.

Επομένως, η διατήρηση αυτών των περιοχών συμβάλλει στη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και ενισχύει την ταυτότητα της τοπικής κοινότητας.

Τέλος, οι περιοχές Natura 2000 κατέχουν σπουδαίο ρόλο στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.

Δασικά οικοσυστήματα και υγρότοποι, όπως αυτά που βρίσκονται στις περιοχές Natura 2000, λειτουργούν ως αποθηκευτές άνθρακα και συμβάλλουν στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Κάποιες από αυτές τις περιοχές μπορούν επίσης να λειτουργήσουν και ως «φυσικά φράγματα» και να μετριάσουν τις επιπτώσεις των ακραίων καιρικών φαινομένων.

 

Η διαχείριση των περιοχών Natura 2000 στην Ελλάδα

Πριν από την ίδρυση του ΟΦΥΠΕΚΑ, η διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών στην Ελλάδα ήταν κατακερματισμένη και γινόταν μέσω διαφόρων φορέων και δομών.

Ανάμεσα στους σημαντικότερους φορείς ήταν οι Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (ΦΔΠΠ), οι οποίοι ιδρύθηκαν αρχικά με τον Ν. 2742/1999.

Οι ΦΔΠΠ ήταν υπεύθυνοι για την εποπτεία και διαχείριση περίπου του 30% των προστατευόμενων περιοχών σε τοπικό επίπεδο και λειτουργούσαν ως συντονιστικά όργανα για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και την προστασία των οικοτόπων.

Παρά την αξιοσημείωτη θετική συμβολή τους, οι ΦΔΠΠ αντιμετώπιζαν σημαντικές προκλήσεις, όπως η έλλειψη επαρκούς χρηματοδότησης και η γραφειοκρατία, που εμπόδιζαν την αποτελεσματική λειτουργία τους.

Μία άλλη σημαντική πρωτοβουλία, πριν από τον ΟΦΥΠΕΚΑ, ήταν η δημιουργία του Εθνικού Συστήματος Διοίκησης και Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών.

Το σύστημα αυτό είχε ως σκοπό την καλύτερα συντονισμένη διαχείριση και την ενίσχυση της εφαρμογής των περιβαλλοντικών πολιτικών.

Η ίδρυση του ΟΦΥΠΕΚΑ το 2020 ήλθε ως αποτέλεσμα της ανάγκης για έναν ενιαίο και κεντρικό οργανισμό που θα αντιμετωπίσει τις προκλήσεις γύρω από την προστασία και την αξιοποίηση των προστατευόμενων περιοχών.

Ο ΟΦΥΠΕΚΑ, ο οποίος λειτουργεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, ενσωμάτωσε τις αρμοδιότητες και τις ευθύνες των προηγούμενων φορέων, εξασφαλίζοντας τις συνθήκες για καλύτερο συντονισμό, πιο αποδοτική διαχείριση των πόρων και ενισχυμένη προστασία του φυσικού περιβάλλοντος της Ελλάδας.

Ο οργανισμός γνωμοδοτεί για κάθε προτεινόμενο έργο ή δραστηριότητα εντός των προστατευόμενων περιοχών, που μπορεί να έχει επιπτώσεις, διενεργεί ελέγχους για την αντιμετώπιση περιβαλλοντικών παραβάσεων και τέλος συνεργάζεται με άλλες υπηρεσίες και φορείς.

 

Τουρισμός σε προστατευόμενες περιοχές

Η ένταξη μιας περιοχής στο δίκτυο Natura 2000 δε συνεπάγεται αυτομάτως απόλυτη απαγόρευση οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων εντός των ορίων της.

Ωστόσο, όπως είναι αναμενόμενο, υπάρχουν περιορισμοί στο είδος και στην ένταση της δραστηριότητας αυτής, ανάλογα τη ζώνη προστασίας.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι περιοχές αυτές να προσελκύουν συγκεκριμένες κατηγορίες τουριστών, συνήθως εκείνους που αναζητούν αυθεντικές εμπειρίες στη φύση, ενδιαφέρονται για το περιβάλλον και προτιμούν δραστηριότητες που δεν το επιβαρύνουν.

Επομένως, οι τύποι τουρισμού, οι οποίοι θεωρούνται κατάλληλοι για τις προστατευόμενες περιοχές είναι ο οικοτουρισμός (πεζοπορία, παρατήρηση πουλιών, περιηγήσεις, κλπ.), ο αγροτουρισμός (συμμετοχή σε αγροτικές δραστηριότητες, π.χ. συγκομιδή ελιάς) και ο πολιτιστικός τουρισμός (επισκέψεις σε μνημεία, μουσεία κλπ.).

Βεβαίως, η ανάπτυξη των παραπάνω μορφών τουρισμού αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις.

Ακόμα και σε τέτοιες ήπιες δραστηριότητες η επιβάρυνση του περιβάλλοντος (ρύπανση, διατάραξη της άγριας ζωής κλπ.) μπορεί να είναι σημαντική.

Ένα άλλο πρόβλημα αφορά τη διατήρηση της αυθεντικής εμπειρίας της τοπικής κουλτούρας, σε συνθήκες μεγάλης ανάπτυξης τουριστικών δραστηριοτήτων.

Μια ακόμη πρόκληση αφορά τη δημιουργία επαρκών υποδομών (δρόμων, μέσων πρόσβασης για ΑμεΑ κλπ.) για τη διαχείριση της κίνησης των επισκεπτών.

Τέλος, στην περίπτωση των προστατευόμενων περιοχών η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση των επισκεπτών για την προστασία του περιβάλλοντος είναι ασφαλώς απαραίτητη.

Επομένως, κάθε είδος ανάπτυξης σε αυτές τις περιοχές οφείλει να λάβει υπόψη τις παραπάνω παραμέτρους.

 

Κανονισμοί και πηγές χρηματοδότησης των έργων

Μια σειρά από διεθνείς και ευρωπαϊκούς κανόνες διέπουν τη λειτουργία και την αξιοποίηση των προστατευόμενων περιοχών.

Η Ελλάδα, είτε μέσω της συμμετοχής της σε διεθνείς οργανισμούς είτε με την κύρωση διεθνών συμβάσεων, έχει αναλάβει τις αντίστοιχες υποχρεώσεις.

Τέτοια διεθνή πλαίσια είναι η Διεθνής Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης (IUCN), η Σύμβαση για τη Βιοποικιλότητα (CBD) και η Σύμβαση Ραμσάρ για τους Υγρότοπους Διεθνούς Σημασίας.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Οδηγία για τα Πουλιά (2009/147/ΕΚ) και η Οδηγία για τους Οικοτόπους (92/43/ΕΟΚ) θέτουν τα κριτήρια για το χαρακτηρισμό και τη διαχείριση των περιοχών του δικτύου Natura 2000.

Όμως, πώς μπορούν να χρηματοδοτηθούν οι απαραίτητες δράσεις και υποδομές για τη βιώσιμη και ομαλή ανάπτυξη των παραπάνω δραστηριοτήτων;

Χωρίς αυτό να προκαλεί έκπληξη, τα βασικά χρηματοδοτικά εργαλεία που διαθέτει η Ελλάδα είναι αυτά που διαθέτει γενικότερα αυτή την περίοδο για επενδύσεις: Το ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης.

Αφενός, το ΕΣΠΑ διαθέτει εξειδικευμένα τομεακά προγράμματα για το περιβάλλον (Περιβάλλον και Κλιματική Αλλαγή, με προϋπολογισμό 3,6 δισ. ευρώ), καθώς και για την αλιεία, την υδατοκαλλιέργεια και τη θάλασσα, με προϋπολογισμό 520 εκατ. ευρώ.

Επιπλέον υπάρχουν 13 ενισχυμένα, κατά 37%, συγκριτικά με το προηγούμενο ΕΣΠΑ 2014 – 2020, Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα (ΠΕΠ), τα οποία ανήκουν στη διαχείριση των Περιφερειών.

Βασικό εργαλείο των ΠΕΠ αποτελούν οι Ολοκληρωμένες Χωρικές Επενδύσεις (ΟΧΕ), με προϋπολογισμό 414 εκατ. ευρώ, οι οποίες μπορούν να παρέχουν πόρους για την προστασία του περιβάλλοντος, τη βιοποικιλότητα, την ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και τη διοργάνωση δράσεων τουρισμού σε περιοχές του δικτύου Natura 2000 σε περιφερειακό επίπεδο.

Από την άλλη πλευρά, το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), το μεγαλύτερο χρηματοδοτικό πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας, επικεντρώνεται στη βιώσιμη ανάπτυξη κυρίως μέσω του Άξονα 1.4 (όπως περιγράφεται στο εθνικό σχέδιο), με προϋπολογισμό 1,8 δισ. ευρώ για δράσεις περιβαλλοντικής προστασίας, βιώσιμης ανάπτυξης και αναβάθμισης σχετικών υποδομών.

Αντίστοιχα, ο Πυλώνας 4 διαθέτει σημαντικούς πόρους για την υποστήριξη ιδιωτικών επενδύσεων και τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας.

Επιπλέον προγράμματα, τα οποία υπογραμμίζει η μελέτη ως πιθανές πηγές χρηματοδότησης, είναι τα Προγράμματα Ευρωπαϊκής και Εδαφικής Συνεργασίας, γνωστά ως Interreg, που στοχεύουν στην ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ χωρών και περιφερειών, καθώς και το Πρόγραμμα LIFE 2021-2027 (με συνολικό, πανευρωπαϊκό προϋπολογισμό 5,4 δισ. ευρώ), το οποίο υποστηρίζει δράσεις για την προστασία του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής.

Τέλος, η νέα ΚΑΠ, όπως αναμένεται να διαμορφωθεί το επόμενο διάστημα, επικεντρώνει επίσης στη στήριξη του αγροτικού τομέα και στην ενίσχυση της βιώσιμης γεωργίας.

Φυσικά, οι παραπάνω πηγές χρηματοδότησης επενδύσεων χρειάζεται επίσης να συνδυαστούν και με μια πιο αποδοτική εμπορική αξιοποίηση των προστατευόμενων περιοχών.

Οι συγγραφείς της έρευνας ξεχωρίζουν τρεις σημαντικούς παράγοντες σε αυτό το πεδίο: Την πολιτική εισιτηρίων (αναφέρονται πιο αναλυτικά στα παραδείγματα της Σαμαριάς και των Σποράδων), την παροχή υπηρεσιών (π.χ. οργάνωση αθλητικών και κοινωνικών δράσεων ή εκδρομών) και την πώληση τοπικών προϊόντων.

«Η εφαρμογή των παραπάνω εμπορικών πρακτικών», γράφουν, «μπορεί να έχει πολλαπλά οφέλη τόσο για την ανάπτυξη σημαντικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που εναρμονίζονται πλήρως με την ανάδειξη και προστασία του φυσικού πλούτου, όσο και για την ουσιαστική ενίσχυση και οικονομική ευημερία της ευρύτερης τοπικής περιοχής».

 

Η σημασία της κοινότητας στη διακυβέρνηση

Η μελέτη αφιερώνει αρκετό χώρο στις ιδιαιτερότητες που πρέπει να λάβουν υπόψη οργανισμοί που διαχειρίζονται προστατευόμενες περιοχές, όπως είναι ο ΟΦΥΠΕΚΑ.

Στην περίπτωση των προστατευόμενων περιοχών η τοπική κοινωνία έχει καθοριστικό ρόλο.

Οι κάτοικοι γνωρίζουν εμπειρικά τα οικοσυστήματα και τους πόρους της περιοχής τους και επομένως η συμμετοχή τους στις αποφάσεις εξασφαλίζει ένα πρώτο επίπεδο «επαφής με την πραγματικότητα», δηλαδή συμβάλλει στην ανάπτυξη ρεαλιστικών και εφαρμόσιμων αναπτυξιακών πολιτικών και στρατηγικών.

Για παράδειγμα, στο Εθνικό Πάρκο Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου της Θράκης, η τοπική κοινότητα συμμετέχει ενεργά στη διαχείριση και προστασία των αρπακτικών πουλιών, όπως ο μαυρόγυπας και ο ασπροπάρης.

Όμως, η τοπική κοινωνία αποτελεί μία από τις πολλές ομάδες συμφερόντων στην ανάπτυξη των προστατευόμενων περιοχών.

Η πολυεπίπεδη διακυβέρνηση των φορέων διαχείρισης περιλαμβάνει, επίσης, τη συνεργασία μεταξύ των τοπικών, δημοτικών και περιφερειακών φορέων, των επιμελητηρίων, των φορέων τουρισμού, των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ) και άλλων ενδιαφερόμενων κατά περίπτωση.

Άλλωστε, οι σχετικές Επιτροπές Διαχείρισης, οι οποίες ορίζονται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, περιλαμβάνουν εκπροσώπους από διάφορους τομείς, όπως οι τοπικές αρχές, οι επιστημονικοί και ερευνητικοί φορείς και οι τοπικές κοινότητες.

Η διαβούλευση και η συνεργασία είναι κρίσιμοι παράγοντες. Για παράδειγμα, στις περιοχές των Πρεσπών, οι τοπικοί φορείς και οι κάτοικοι συνεργάζονται με επιστήμονες και ΜΚΟ για την ανάπτυξη οικοτουριστικών δραστηριοτήτων, όπως η παρατήρηση πουλιών.

 

Case studies

Η μελέτη, ωστόσο, δεν μένει απλώς στις διαπιστώσεις, αλλά τεκμηριώνει το πώς όλοι οι παραπάνω παράγοντες αλληλεπιδρούν στην πράξη μέσα από πραγματικά παραδείγματα προστατευόμενων περιοχών, οι οποίες έχουν αναπτύξει σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό τουριστικές δραστηριότητες.

 

Αλόννησος

Η Αλόννησος αποτελεί μέρος του θαλάσσιου πάρκου Βορείων Σποράδων, όπου ζει η μεσογειακή φώκια. Οι επισκέπτες μπορούν να κάνουν καταδύσεις και να παρατηρήσουν τη θαλάσσια ζωή. Οι πολιτικές που εφαρμόζονται εστιάζουν στην προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και στην προώθηση του οικοτουρισμού μέσω ειδικών κανόνων που ισχύουν τοπικά, αλλά και μέσω συνεργασιών με περιβαλλοντικές οργανώσεις.

 

Εθνικό Πάρκο Χελμού – Βουραϊκού

Το πάρκο προσφέρει μονοπάτια πεζοπορίας, όπως το μονοπάτι Ε4, και την ιστορική διαδρομή του οδοντωτού σιδηροδρόμου. Στο πάρκο μπορεί κάποιος να δει σπάνια φυτά και ζώα, όπως το αγριόγιδο και ο χρυσαετός. Στην περιοχή λειτουργεί, επίσης, το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Κλειτορίας.

 

Εθνικό Πάρκο Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου

Αυτό το πάρκο της Βόρειας Ελλάδας είναι γνωστό για την παρουσία αρπακτικών πουλιών, όπως ο μαυρόγυπας και ο ασπροπάρης, τα οποία οι επισκέπτες μπορούν να παρακολουθήσουν από ειδικά παρατηρητήρια. Το πάρκο προσφέρει, επίσης, εκπαιδευτικά προγράμματα και συνεργάζεται με διεθνείς οργανώσεις για την προστασία των ειδών.

 

Ελαφόνησος

Η Ελαφόνησος, γνωστή για τις παραλίες της και για την προστατευόμενη θαλάσσια περιοχή της, προσφέρεται για κολύμπι και καταδύσεις. Ωστόσο, η περιοχή συχνά υποφέρει από άναρχη τουριστική ανάπτυξη, με αποτέλεσμα να απειλούνται οι αμμόλοφοι και τα θαλάσσια λιβάδια Ποσειδωνίας (τα «δάση» των θαλασσών). Στην περιοχή ισχύουν αυστηροί κανόνες για τον τουρισμό, ενώ σποραδικά πραγματοποιούνται και δράσεις ευαισθητοποίησης των επισκεπτών.

 

Εθνικό Πάρκο λίμνης Κερκίνης

Η λίμνη Κερκίνη, 35 χιλιόμετρα από τις Σέρρες, είναι μια τεχνητή λίμνη που αποτελεί σημαντικό υδροβιότοπο για πολλά είδη πουλιών. Οι επισκέπτες μπορούν να κάνουν βαρκάδα και να παρατηρήσουν τα πουλιά στο φυσικό τους περιβάλλον. Οι τοπικές δράσεις πολιτικής περιλαμβάνουν την παρακολούθηση των υδάτων και την ενίσχυση της βιοποικιλότητας.

 

Εθνικό Πάρκο Λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου – Αιτωλικού

Το συγκεκριμένο πάρκο στη δυτική Ελλάδα περιλαμβάνει λίμνες, λιμνοθάλασσες και ποτάμια. Οι επισκέπτες μπορούν εκεί να δουν σπάνια πουλιά και να κάνουν κανό. Η διαχείριση των υδάτινων πόρων και η προστασία της βιοποικιλότητας αποτελούν βασικές προτεραιότητες πολιτικής.

 

Εθνικό Πάρκο Ολύμπου

Ο Όλυμπος, το ψηλότερο βουνό της Ελλάδας, αποτελεί σημαντικό προορισμό για ορειβασία και πεζοπορία. Το πάρκο προωθεί το βιώσιμο τουρισμό με οργανωμένες διαδρομές, καταφύγια για τους ορειβάτες, αλλά και δράσεις περιβαλλοντικής εκπαίδευσης.

Ένα βασικό συμπέρασμα των ερευνητών από την παραπάνω καταγραφή είναι το ότι στις περιπτώσεις του εξωτερικού ο βιώσιμος τουρισμός εντός των προστατευόμενων περιοχών έχει αναπτυχθεί αρκετά μέσα από τη συνέργεια μεταξύ αρμόδιων φορέων του τουρισμού, φορέων υπεύθυνων για την ανάπτυξη της βιωσιμότητας, τοπικών φορέων, αλλά και τουριστικών επιχειρήσεων.

Αντίθετα, στις μελέτες περίπτωσης του εσωτερικού αναδεικνύεται αποσπασματική εφαρμογή των διαφόρων εργαλείων διαχείρισης.

 

Προτάσεις πολιτικής

Στο τελευταίο κεφάλαιό της, η μελέτη παραθέτει συγκεκριμένες κατευθύνσεις πολιτικής και πλαίσιο δράσεων που μπορούν να οδηγήσουν σε ένα μοντέλο βιώσιμου τουρισμού στις προστατευόμενες περιοχές της Ελλάδας.

Ειδικότερα, η ομάδα μελέτης προτείνει μια εργαλειοθήκη που ακολουθεί τις δέκα αρχές αειφόρου τουρισμού και προσαρμόζει τις προτεινόμενες στρατηγικές και δράσεις στη ελληνική περίπτωση.

Οι δράσεις αυτές ενδεικτικά αφορούν τα παρακάτω:

 

Ενίσχυση του πλαισίου διαχείρισης

Ενίσχυση της συμμετοχής όλων των εμπλεκομένων ομάδων στην τουριστική ανάπτυξη των προστατευόμενων περιοχών.

Ανάπτυξη ποιοτικών και ανταγωνιστικών μορφών αειφόρου τουρισμού συμβατών με τις προστατευόμενες περιοχές.

Οικονομικά αποδοτική λειτουργία των προστατευόμενων περιοχών μέσω ρυθμίσεων πρόσβασης, καταγραφής επισκεπτών και εισιτηρίων.

Ολοκλήρωση του κανονιστικού συστήματος σχεδιασμού και ελέγχου της τουριστικής δραστηριότητας.

 

Ενίσχυση της επιχειρησιακής ικανότητας

Εκπαίδευση και κατάρτιση εξειδικευμένου προσωπικού σε θέματα αναψυχής και αειφόρου τουρισμού.

Δημιουργία δικτύου τουριστικών προορισμών ειδικού σκοπού με έμφαση στις προστατευόμενες περιοχές.

 

Προβολή και προώθηση

Ανάπτυξη στρατηγικής μάρκετινγκ για την αντιμετώπιση των προστατευόμενων περιοχών ως ένα ενιαίο δίκτυο τουριστικών προορισμών με συναφή τουριστικά προϊόντα και υπηρεσίες.

Ανάπτυξη πολιτικών για την αποτελεσματική ανάπτυξη και συστηματική διαχείριση των τουριστικών εμπειριών στις προστατευόμενες τουριστικές περιοχές.

Σχεδιασμός ολοκληρωμένης επικοινωνιακής στρατηγικής και branding με σύγχρονη τουριστική πελατοκεντρική αντίληψη και στόχευση σε συγκεκριμένα καταναλωτικά κοινά.

Δημιουργία ενός ενιαίου σημείου ψηφιακής προβολής των τουριστικών προϊόντων των προστατευόμενων περιοχών με πελατοκεντρική προσέγγιση και περιεχόμενο.

Πραγματοποίηση στοχευμένων προγραμμάτων προβολής και προώθησης των προστατευόμενων περιοχών στην Ελλάδα και το εξωτερικό, προκειμένου να αναδειχθούν τα τουριστικά προϊόντα στους βιώσιμους τουριστικούς προορισμούς.

Σχεδιασμός και εφαρμογή εξειδικευμένων προγραμμάτων τουριστικής ανάπτυξης ανά περιοχή.

 

Μείωση περιβαλλοντικού αποτυπώματος

Προώθηση πρακτικών που μειώνουν το αποτύπωμα των τουριστικών εγκαταστάσεων εντός των προστατευόμενων περιοχών ή γύρω από αυτές.

Εφαρμογή συστημάτων παρακολούθησης του περιβαλλοντικού αποτυπώματος από την άσκηση τουριστικών δραστηριοτήτων.

 

Παροχή ποιοτικών τουριστικών προϊόντων

Ανάπτυξη χαρτοφυλακίου ήπιων τουριστικών δραστηριοτήτων συμβατών με τις προστατευόμενες περιοχές που προβάλλουν τα τοπικά χαρακτηριστικά.

Χρήση τεχνολογικά προηγμένων υπηρεσιών για την ανακάλυψη και την αξιολόγηση της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς.

 

Υποστήριξη τοπικής οικονομίας

Σύνδεση της επωνυμίας των προστατευόμενων περιοχών με τα τοπικά προϊόντα και προώθησή τους στους επισκέπτες.

Προώθηση εναλλακτικών τρόπων βιοπορισμού που συνδέονται με τον οικοτουρισμό και γενικότερα τις ήπιες τουριστικές δραστηριότητες στον τοπικό πληθυσμό.

 

Συμμετοχικός σχεδιασμός

Ενίσχυση της συμμετοχικότητας και της συνεργασίας με τις τοπικές κοινότητες και τους τουριστικούς φορείς για την επίτευξη των στόχων αειφόρου τουρισμού.

 

Σημείωση: Η διαΝΕΟσις είναι ένας ανεξάρτητος, μη-κερδοσκοπικός ερευνητικός οργανισμός που:

1. Παράγει μελέτες και ερευνητικό έργο για τα σημαντικά θέματα της εποχής μας, επιδιώκοντας να συνεισφέρει στο δημόσιο διάλογο συγκεκριμένες και τεκμηριωμένες προτάσεις πολιτικής για τη χώρα μας.

2. Δημοσιεύει εκτενή, πρωτότυπη αρθρογραφία δίνοντας έμφαση στην ανάλυση σε βάθος, στην ολοκληρωμένη πληροφόρηση και στην ανάδειξη καλών πρακτικών και λύσεων για σημαντικά προβλήματα.